Αδριανός

Αδριανός
ο
κύρ. όνομα.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Ἀδριανός — Ἀδριᾱνός , Ἀδριανός the Adriatic masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αδριανός — I (Publius Aelius Hadrianus, Ιτάλικα, Ισπανία 76 – Ρώμη 138 μ.Χ.). Ρωμαίος αυτοκράτορας (117 38 μ.Χ.). Γεννήθηκε από Ρωμαίους γονείς, αλλά έμεινε ορφανός σε νεαρή ηλικία. Τον πήρε τότε υπό την κηδεμονία του ο αυτοκράτορας Τραϊανός, τον οποίο… …   Dictionary of Greek

  • Άγιος Αδριανός — Μεγαλος πεδινός οικισμός (υψόμ. 80 μ., 1.020 κάτ.) στην πρώην επαρχία Ναυπλίας του νομού Αργολίδος. Βρίσκεται στα δυτικά της επαρχίας και στα βορειοανατολικά του Ναυπλίου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Νέας Τίρυνθας …   Dictionary of Greek

  • Χάνεμαν, Αδριανός — (Hanneman, 1601 – 1671). Ολλανδός ζωγράφος. Διακρίθηκε ως προσωπογράφος και ζωγράφος αλληγορικών πινάκων. Η τεχνοτροπία του θυμίζει πολλές φορές εκείνη του Βαν Ντάικ. Τα σημαντικότερα από τα έργα του είναι οι προσωπογραφίες του βασιλιά Καρόλου B’ …   Dictionary of Greek

  • Ἀδριηνοί — Ἀδριανός the Adriatic masc nom/voc pl (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀδριηνᾶς — Ἀδριανός the Adriatic fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀδριηνῆς — Ἀδριανός the Adriatic fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Ρώμη — I (Rome). Όνομα δύο πόλεων των Η.Π.Α. 1. Πρωτεύουσα της περιοχής Ονέιντα, της Πολιτείας της Ν. Υόρκης (44 350 κάτ.). Είναι χτισμένη στις όχθες του ποταμού Μόουχωκ, βορειοδυτικά της Ούτικα. Πρόκειται για βιομηχανικό κέντρο και σιδηροδρομικό κόμβο… …   Dictionary of Greek

  • ρώμη — I (Rome). Όνομα δύο πόλεων των Η.Π.Α. 1. Πρωτεύουσα της περιοχής Ονέιντα, της Πολιτείας της Ν. Υόρκης (44 350 κάτ.). Είναι χτισμένη στις όχθες του ποταμού Μόουχωκ, βορειοδυτικά της Ούτικα. Πρόκειται για βιομηχανικό κέντρο και σιδηροδρομικό κόμβο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”